Δευτέρα 10 Ιανουαρίου 2011

Η έννοια της οικουμενικότητος ... ( ΄Β ΜΕΡΟΣ )

Βαρυσήμαντη ομιλία με ποικίλα μηνύματα και αυτοκριτική διάθεση πραγματοποίησε ο Μητροπολίτης Αλεξανδρουπόλεως Άνθιμος, το βράδυ της Τετάρτης, στο πλαίσιο του 51ου Παιδαγωγικού Συνεδρίου του τομέα Επιστημόνων του Συλλόγου «Ο Μέγας Βασίλειος».



Η έννοια της οικουμενικότητος δεν μπορεί να έχει σήμερα καμμιά ιστορική ομοιότητα με αυτήν που είχε στη βυζαντινή Οικουμένη. Εκείνο το σχήμα παρήλθε και ανάλογες σημερινές προσπάθειες (Η.Π.Α., Ε.Ε., Ρωσία) έχουν εγγενείς αδυναμίες για να το αντιγράψουν. Οι αυτοκρατορίες πέρασαν∙

Η Εκκλησία πρέπει πρώτη να το καταλάβει αυτό, να αποτινάξει από πάνω της τη σκουριά του αυτοκρατορικού παρελθόντος μας . Επειδή η έννοια της οικουμενικότητος του κηρύγματος της Εκκλησίας δεν έχει χάσει την δραστικότητά της, ούτε θα τη χάσει ποτέ. Αρχίζει με την προσευχή του Κυρίου στη Γεθσημανή για «μια ποίμνη με έναν ποιμένα» και καταλήγει με την εντολή Του «πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τα έθνη».
Αυτός είναι ο λόγος που η Εκκλησία δεν είναι θρησκεία. Δεν έχει μέλη. Δεν έχει οπαδούς. Έχει πιστούς και ο πιστός εγγράφεται στην Εκκλησία με το βάπτισμά του∙ όμως, παραμένει σ’αυτήν με όρους πνευματικότητος, όχι με ταυτότητα μέλους. Η Εκκλησία θεωρεί όλο τον κόσμο δικό της. Θεωρεί ότι έχει ευθύνη ακόμα και για όσους δεν της ανήκουν. Θεωρεί ότι είναι υπεύθυνη ακόμα και για τη λάσπη με την οποία γράφεται η ιστορία του πλανήτη. Αυτή η ευθύνη της δεν είναι διεκδικητική, για να κατακτήσει τον κόσμο. Είναι ευθύνη ανανεωτική, για να αναπλάσει τον κόσμο. Να τον αναπλάσει όχι με βία, με επιβουλή, αλλά με αγιότητα.



Υπάρχουν ακόμα σήμερα, άθεοι άνθρωποι και λαοί που ενώ εκτιμούν την υπεροχή του Ευαγγελίου, δε γίνονται χριστιανοί, ξέρετε γιατί; επειδή εμείς οι Χριστιανοί δε ζούμε σύμφωνα με το Ευαγγέλιο, ώστε να μας δουν, να διαπιστώσουν τα καλά μας έργα και τότε να δοξάσουν τον Πατέρα μας «τον εν τοις ουρανοίς».



Αυτή η έλλειψη της αγιότητος είναι που μας κάνει να φοβούμεθα να ανοιχτούμε στον κόσμο για να μην «αποκαλυφθεί» η ανεπάρκειά μας. Κλεινόμαστε, λοιπόν, στον εαυτό μας, ζυμωθήκαμε με τις εθνικές διεκδικήσεις των λαών μας, τρώμε τις σάρκες μας και δεν αφήνουμε το κοινό Ποτήριο να μας ενώσει, ούτε τους Ορθοδόξους εννοώ. Έχουμε έλειμμα της οικουμενικής αποστολής μας και προσπαθούμε να την αναπληρώσουμε με προσκόλληση στο γράμμα. Τελικά, φαίνεται ότι έχουμε ελλειματική πίστη στο Χριστό, γι’αυτό διστάζουμε να πατήσουμε επάνω σε φίδια και σε σκορπιούς, με βεβαιότητα ότι τίποτε δε θα μας βλάψει.
Χρειάζεται, από την αρχή, να εξετάσουμε πόσο χρήσιμοι είμαστε στην κοινωνία πνευματικά, όχι στο Κράτος θεσμικά. Αλλιώς είχε αρχίσει αυτή η σχέση: το αναμφισβήτητο πνευματικό ειδικό βάρος μας στην κοινωνία, το πήρε η Πολιτεία και το τίμησε θεσμικά.

Η Πίστη μας έχει οικουμενική δυναμική. «Οικουμενική» δεν εννοώ γεωγραφικά, αλλά μεθοδολογικά και ιεραποστολικά.

Ποιός δεν το αντιλαμβάνεται, ότι στην ελλαδική κοινωνία μας, ολοένα και λιγοστεύουμε, όσοι ξέρουμε την αξία της λατρευτικής και της μυστηριακής ζωής!
Πέρασε η εποχή που οι άνθρωποι δεν αμφισβητούσαν εύκολα τα λόγια μας κι αν τα αμφισβητούσαν δεν το εξέφραζαν. Σήμερα χρειάζεται να πείσουμε για τα πάντα. «Κανενός δε θα πείσεις την καρδιά, αν ο λόγος δεν βγαίνει απ’τήν καρδιά σου, κανενός δε θα πείσεις τη ζωή, αν η ζωή σου δεν είναι ματωμένη».
Να ανοίξουμε, λοιπόν, την Αγία Γραφή, Παλαιά και Καινή Διαθήκη και να αφήσουμε τη φράση: «οι Πατέρες της Εκκλησίας λένε ετούτο η το άλλο» χωρίς να παραπέμπουμε σε κανέναν Πατέρα. Να κατανοήσουμε ότι οι Πατέρες μας δεν ήταν πιόνια στη σκακιέρα του Θεού, αλλά ελεύθερες υπάρξεις που φαγώθηκαν με τα ρούχα τους προκειμένου να δουν τη δόξα του πραγματικού (Χρυσ. Σταμούλη, Έρως και θάνατος).
Να πάψουμε τις μεγάλες κουβέντες για θέωση, για νήψη και για θαύματα.
Να ομολογήσουμε την ανεπάρκειά μας, για να μην ξαφνιάζεται ο κόσμος όταν «βγαίνουν στον αέρα» σκάνδαλα.

Να ξανακάνουμε σκοπό μας την αγιότητα, αφού πρώτα συμφωνήσουμε στον ορισμό της αγιότητος. (άγιος είναι ο μετανοημένος αμαρτωλός κι όχι ο θαυματοποιός η ο καζαμίας)

Να παραδεχτούμε ότι και οι άγιοι Πατέρες μας έκαναν λάθη και να διαλαλήσουμε ότι αγιότητα δεν είναι η αναμαρτησία, αλλά η βαθειά συναίσθηση της αμαρτωλότητος.



Χρειάζεται επανευαγγελισμό η δύσμοιρη Ευρώπη που ακόμα την εκδικούμαστε για τον Καρλομάγνο, χρειάζεται την τρυφερότητά μας το Ισλάμ της πνευματικής Τουρκίας,χρειάζεται την αποδοχή της λησμονιάς η Ορθοδοξία της Βουλγαρίας, χρειάζεται κατανόηση η Εκκλησία των Σκοπίων, χρειάζεται την αντισιωνιστική ειλικρίνειά μας ο εβραϊκός κόσμος, χρειάζεται προσγείωση το τσαρικό ανεμόπτερο της Ρωσίας, για να μη συντριβεί.

Τότε να βγούμε να συναντήσουμε τον Ρωμαιοκαθολικό και να του εξηγήσουμε, πως τον λοξοδρομεί το δόγμα της εξουσίας του.
Τότε να βγούμε να εξηγήσουμε στον Προτεστάντη, πως τον χιλιοκομμάτιασε η απόρριψη της ενιαίας εκκλησιαστικής Παραδόσεως.
Τότε να προκαλέσουμε σε δημόσιο διάλογο το Χιλιαστή, προκειμένου να ανατρέψουμε τις χριστολογικές δοξασίες του. (όχι δεν πας φαντάρος, δε δίνεις στο παιδί σου αίμα)

Καταντήσαμε περπατούσες εγκυκλοπαίδειες δογματικής,οσφραινόμαστε έναν αιρετικό από μίλια μακρυά, κι αν δε βρούμε, βαφτίζουμε εύκολα κάποιους∙ επιδεικνύουμε μια εικόνα προτεσταντικής ερμηνευτικής, Πηδάλιο, παραγωγή γεροντικών προτύπων, σωρηδόν αγιοποιήσεις μοναχών και ιερομονάχων,υστερικού φανατισμού, Ορθοδοξία η θάνατος, τον πάπα να καταράσθε, φοβικής συνωμοσιολογίας, Πρωτόκολλα των σοφών της Σιών, 666, κάρτα του πολίτη, μεσσαιωνικής σημειολογίας, συντέλεια του κόσμου, οικουμενισμός,προφητικής μελλοντολογίας, π. Παίσιος∙ Πόλη, Β’Παρουσια,«Ιεροποιούμε» η «δαιμονοποιούμε» τα ιερά κείμενα και δεν κατεβαίνουμε από το άρμα της κατά γράμμα θεοπνευστίας.
Καταφεύγουμε στο παρελθόν και στο μέλλον, λες και δεν έχουμε να πούμε τίποτε για το παρόν.
Όταν η Ελλάδα μπήκε στην Ε.Ε. η Le Monte έγραψε πρωτοσέλιδο: «καλωσορίζουμε τη Χώρα της Φιλοκαλίας». Στις δύο τελευταίες δεκαετίες του 20ου αιώνα όλη η Ευρώπη ψυχανεμίζονταν ότι η Ορθοδοξία θα αρθρώσει λόγο πρωτότυπο και δυναμικό. Δεν τον ακούσαμε.
Ο Ράνσιμαν είχε πει ότι ο 21ος αιώνας θα είναι ο αιώνας της Ορθοδοξίας.
Δεν τον βλέπω, ακόμα!
Αν αργήσουμε, η Ιστορία θα μας προσπεράσει. Ο ποιητής ρωτάει: «αγάπη πού’ναι η εκκλησιά σου, βαρέθηκα πια τα μετόχια» (Γ. Σεφέρης).
Να μην κλειστούμε άλλο στον εαυτό μας,
Να ξεγίνουμε από θρησκεία και να γίνουμε Εκκλησία του «σύμπαντος κόσμου».
Ο ελληνισμός ξεκομμένος από την Εκκλησία δεν έχει έμπνευση πια.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου